Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012

Το μέλλον μας είναι η δραχμή όσο και αν την ξορκίζουμε...



Ο Κώστας Λαπαβίτσας είναι από τις πρώτες φωνές που ακούστηκαν για χρεοκοπία και επιστροφή στην δραχμή, όταν και τα δύο θέματα αποτελούσαν ταμπού, μετά το ξέσπασμα της ελληνικής δημοσιονομικής κρίσης. Ο καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, μαζί με την ομάδα του RMF (Research on Money and Finance), έχουν προχωρήσει σε έρευνες και μελέτες για τις επιπτώσεις του ευρώ στις περιφερειακές οικονομίες και τα δομικά προβλήματα του κοινού νομίσματος.
Υποστηρίζουν δυναμικά και κόντρα στο ρεύμα, την λύση της επιστροφής στη δραχμή, για την ανάκτηση της χαμένης ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Στην συνέντευξή του στην «Ι» μας περιγράφει τις απαραίτητες διεργασίες, τους κινδύνους που θα αντιμετωπίσουμε, αλλά και τις λύσεις που θα πρέπει να δοθούν. Και προειδοποιεί πως το νέο Μνημόνιο, όχι μόνο μας οδηγεί, με μαθηματική ακρίβεια σε ασύντακτη χρεωκοπία ή πολυετή δραματική ύφεση, αλλά και η λεγόμενη «ανασυγκρότηση» του κράτους με απολύσεις θα οδηγήσει σε διάλυση του. Και θα αποτελέσει το πρόσφορο έδαφος για την δημιουργία άνομων παρακρατικών θυλάκων μέσα στους κρατικούς θεσμούς, που θα νέμονται την εξουσία του. Σήμερα, που ξαναμπαίνουν στο τραπέζι –σταδιακά- όλα τα ζητήματα ταμπού, οι ενδελεχείς μελέτες του RMF και του Κώστα Λαπαβίτσα, όσο και αν διαφωνεί κανείς μαζί τους για τις πολιτικές επιλογές, μπορούν να αποτελέσουν την άκρη του νήματος για να δούμε τι μας περιμένει στο μέλλον και να προετοιμαστούμε.
Το τελευταίο Μνημόνιο δεν φαίνεται να έχει πείσει τις αγορές, τους επενδυτές, ούτε καν αυτούς που το υπέγραψαν. Πιστεύετε ότι το νέο σχέδιο διάσωσης μπορεί να βγάλει την Ελλάδα από την τροχιά της κατάρρευσης;

Οι Ρότσιλδ θέλουν τις τράπεζες του Ιράν;


Μήπως ένα από τους βασικούς λόγους που οι ΗΠΑ και το Ισραήλ στοχοποιούν το Ιράν, είναι για να κερδίσουν τον έλεγχο της κεντρικής του τράπεζας;
Όσο αυξάνονται οι εντάσεις που οδηγούν προς έναν απερίσκεπτο πόλεμο στο Ιράν, τόσο αξίζει να συγκρίνουμε το ιρανικό τραπεζικό σύστημα με αυτά των ΗΠΑ, της Βρετανίας, και του Ισραήλ.
Κάποιοι ερευνητές, τονίζουν το γεγονός ότι, το Ιράν είναι μια από τις τρεις μόνο χώρες στον κόσμο, των οποίων η κεντρική τράπεζα δεν ελέγχεται από τους Rothschild.
Πριν από την 11/9/2001, οι χώρες αυτές ήταν επτά: Αφγανιστάν, Ιράκ, Σουδάν, Λιβύη, Κούβα, Β. Κορέα, και Ιράν.
Μέχρι το 2003, οι Rothschild κατάφεραν να «καταπιούν» το Αφγανιστάν και το Ιράκ, ενώ μέχρι το 2011, το ίδιο έγινε και με το Σουδάν και την Λιβύη.
Στην Λιβύη μάλιστα, εγκαθιδρύθηκε μια τράπεζα των Rothschild στη Βεγγάζη, την ώρα που η χώρα σπαράσσονταν από τον εμφύλιο πόλεμο!
Το Ισλάμ απαγορεύει την χρέωση τόκου, κάτι που αποτελεί σημαντικότατο πρόβλημα για το τραπεζικό σύστημα των Rothschild. Μέχρι πριν μερικούς αιώνες, το ίδιο ίσχυε και στον χριστιανικό κόσμο, και μάλιστα η χρέωση τόκου τιμωρούνταν με θάνατο. Θεωρούνταν ως εκμετάλλευση, και υποδούλωση!

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

ΑΣΤΟΧΙΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟΧΕΥΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, ΜΕΡΟΣ Β΄


Από την Ανατολική Γερμανία στον ευρωπαϊκό Νότο


Τζωρτζ Γκρος, «Ρομπότ της δημοκρατίας», 1920
Γκρέθε Γιούργκενς, «Γραφείο ευρέσεως εργασίας», 1929
Τα χρόνια 1991-1993, στην πρώην Ανατολική Γερμανία, πουλήθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες χιλιάδες επιχειρήσεις, συχνά ως απλά ακίνητα, και βρέθηκαν στο δρόμο 2,5 εκατομμύρια εργαζόμενοι. Οι αγοραστές ήταν γνωστές δυτικογερμανικές και μεγάλες ξένες επιχειρήσεις, μαζί με εκατοντάδες τυχάρπαστους επιχειρηματίες ποικίλων προελεύσεων. Η αξία της κρατικής βιομηχανίας της Ανατολικής Γερμανίας είχε εκτιμηθεί ανάμεσα σε 200 και 600 δισεκατομμύρια μάρκα. Από τη ρευστοποίησή της όμως η Treuhand εισέπραξε μόνο 44 δισεκατομμύρια και πήρε υποσχέσεις από τους αγοραστές ότι θα επένδυαν άλλα 170 δισεκατομμύρια στις επιχειρήσεις που απέκτησαν.
Η όλη επιχείρηση εξελίχθηκε σε λεηλασία της δημόσιας περιουσίας τόσο της τέως Ανατολικής, αλλά και της Δυτικής Γερμανίας. Παρά τον στόχο της ιδιωτικοποίησης στο όνομα της μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας του ιδιωτικού σε σχέση με το δημόσιο, η διαδικασία ήταν άκρως πολιτικοποιημένη. Το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα έλεγχε την Treuhand, η Μπρίγκιτ Μπρόυελ, που διαδέχθηκε τον Ρόβεντερ, ήταν υπουργός Οικονομικών της χριστιανοδημοκρατικής κυβέρνησης της Κάτω Σαξωνίας και συγγένευε με επικεφαλής ιδιωτικών τραπεζών και μεγάλων βιομηχανιών. Οι Χριστιανοδημοκράτες φαίνεται ότι επωφελήθηκαν από παράνομες πληρωμές, οι οποίες ως σκάνδαλα σημάδεψαν την αποχώρηση του Χέλμουτ Κολ από την πολιτική. Ορισμένα από αυτά φημολογείται ότι συνδέονταν με παρεμβάσεις ξένων κυβερνήσεων υπέρ των δικών τους επιχειρήσεων, που διεκδικούσαν κομμάτια από το κουφάρι της ανατολικογερμανικής βιομηχανίας.
Τα σκάνδαλα της Treuhand απασχόλησαν επί σειρά ετών τα δικαστήρια, καθώς

ΑΣΤΟΧΙΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟΧΕΥΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ Α΄ ΜΕΡΟΣ




του Χρήστου Χατζηιωσήφ

Γιόζεφ Σαρλ, "Ιεραρχία", 1937
Η συναίνεση που απαιτούσαν οι εγχώριοι και ξένοι υποστηρικτές της πολιτικής που εφαρμόζεται στη χώρα μας από τον Μάη του 2010 επιτέλους επιτυγχάνεται, αλλά εναντίον αυτής της πολιτικής.
Μια νέα συναίνεση φαίνεται να διαμορφώνεται ανάμεσα στους εκπροσώπους του αστικού κόσμου της χώρας: Η πολιτική που υιοθετήθηκε με το Μνημόνιο του Μαΐου του 2010 ήταν «καταστροφική». Δημοσιογράφοι που την υποστήριξαν με φανατισμό, σήμερα την καταδικάζουν απερίφραστα. Πολιτικοί που την εισήγαγαν ή την κάλυψαν την αποκηρύσσουν. Αυτή τη νέα ομοφωνία συνόψισε και αιτιολόγησε ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, μπροστά στους γερμανούς ακροατές του, στο Βερολίνο στις 24 Ιανουαρίου: «Το Μνημόνιο, χωρίς ικανοποιητική προετοιμασία», συνοδευόταν από «εξωπραγματικούς όρους» και αποτέλεσε «πολιτικά μοιραίο λάθος». Το «λάθος» της οικονομικής πολιτικής, σύμφωνα με αυτή την ανάγνωση, συνίστατο στο ότι η περικοπή των δαπανών προκάλεσε μια «πρωτόγνωρη» ύφεση.
Μπροστά στην ομόφωνη καταδίκη αυτής της πολιτικής είναι φυσικό ότι ορισμένοι από αυτούς που την υποδέχθηκαν να δηλώνουν τώρα είτε ότι αγνοούσαν το περιεχόμενο του Μνημονίου (Μ. Χρυσοχοΐδης) είτε ότι είχαν μόνο τρεις ώρες στη διάθεσή τους για να το διαβάσουν (Λ .Κατσέλη). Άλλοι πάλι, όπως ο Χάρης Καστανίδης, κατηγόρησαν τους συντάκτες του Μνημονίου ότι δεν έλαβαν υπόψη τους τις συμβουλές του μεγάλου μονεταριστή οικονομολόγου Μίλτον Φρήντμαν (ραδιόφωνο ΝΕΤ, 31.1.2012).
Οι καθυστερημένες καταδίκες και διαφοροποιήσεις προκαλούν εύλογες απορίες. Πρώτον, γιατί επί δύο χρόνια το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιμένουν σε αυτή την πολιτική, εάν είναι πράγματι τόσο εμφανώς λανθασμένη; Δεύτερον, γιατί οι έλληνες πολιτικοί εξακολούθησαν να ψηφίζουν τις επικαιροποιήσεις του Μνημονίου και μόλις ψήφισαν τη νέα ενισχυμένη μορφή του;
Η ομιλία του Κ. Σημίτη στο Βερολίνο προσφέρει έμμεσα την απάντηση. Κατά τον πρώην πρωθυπουργό, το δημόσιο χρέος δεν ήταν η αιτία της κρίσης. «Η μειωμένη ανταγωνιστικότητα των περιφερειακών χωρών και τα μεγάλα ελλείμματα στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών τους ήταν ένας πολύ σοβαρότερος λόγος για την έξαρση του χρέους στις χώρες της περιφέρειας της Ένωσης από τη διαχειριστική ανικανότητα των διοικούντων της. Κατά μέσο όρο το διάστημα 2000-07 το ετήσιο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου της Ελλάδος ήταν -8,4% και της Πορτογαλίας – 9,4% ενώ το πλεόνασμα της Γερμανίας ήταν 3,2% και της Ολλανδίας 5,4%. Για να καλύψουν το έλλειμμα, οι περιφερειακές χώρες είναι υποχρεωμένες να δανείζονται όλο και περισσότερο. Το αποτέλεσμα είναι η αύξηση του δημόσιου χρέους τους».
Αυτή η ερμηνεία της ελληνικής κρίσης δεν είναι πρωτότυπη· ενυπήρχε σε όλες τις συνταγές που προτάθηκαν για το ξεπέρασμά της μέσω της εσωτερικής υποτίμησης. Ο δηλωμένος στόχος της εσωτερικής υποτίμησης ήταν να καταστήσει τα εγχώρια παραγόμενα προϊόντα φθηνότερα και ανταγωνιστικότερα στις εξωτερικές αγορές και, κάτι που συνήθως αναφέρεται ασαφώς και φευγαλέα, να μειώσει το διαθέσιμο εισόδημα για την πραγματοποίηση εισαγωγών. Αθροιστικό αποτέλεσμα της εσωτερικής υποτίμησης, η μείωση του ελλείμματος στις εξωτερικές συναλλαγές.
Ήταν επίσης γνωστή η σύγκρουση ανάμεσα στους δύο στόχους, δηλαδή ότι η εσωτερική υποτίμηση με τη μείωση των εισοδημάτων μειώνει αυτόματα και τα φορολογικά έσοδα του δημοσίου, και έτσι αντιστρατεύεται την επιδιωκόμενη μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Αυτό έλπιζαν ότι θα ξεπερνιόταν με ακόμα μεγαλύτερη περικοπή των κρατικών δαπανών. Πρόκειται για το περίφημο «εμπροσθοβαρές» του αρχικού προγράμματος.
Είναι αλήθεια ότι στις σχετικές τοποθετήσεις, όπως για παράδειγμα στις δηλώσεις του Στρως-Καν περί της ανάγκης εσωτερικής υποτίμησης, η σχέση δημόσιου χρέους και εμπορικού ελλείμματος παρέμενε ασαφής. Οι εγχώριοι υποστηρικτές του Μνημονίου, όταν ανέφεραν το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο, το παρουσίαζαν ως ένα παράλληλο ή πρόσθετο πρόβλημα χωρίς άμεση σύνδεση με το δημόσιο χρέος. Στην ομιλία Σημίτη, η σχέση αυτή αναγνωρίζεται ως άμεση: «Οι περιφερειακές χώρες είναι υποχρεωμένες να δανείζονται όλο και περισσότερο. Το αποτέλεσμα είναι η αύξηση του δημόσιου χρέους τους». Η παρέμβαση Σημίτη, όσο διστακτική και αν ηχούσε, αποτέλεσε πραγματική ρήξη με τις επανειλημμένες δημόσιες αυτοενοχοποιήσεις ελλήνων πολιτικών και ανώτερων δημόσιων λειτουργών στο εξωτερικό. Αν δεν είχε την απήχηση στην οποία στόχευαν οι οργανωτές της, αυτό δεν οφείλεται στις διαμαρτυρίες μέρους του ακροατηρίου στο Βερολίνο, αλλά στο ότι οι απόψεις αυτές δεν έχουν πολιτικό έρεισμα στο εσωτερικό της Ελλάδας, καθώς οι παλιοί υποστηρικτές της πρωθυπουργίας Σημίτη έχουν επενδύσει την πολιτική και κοινωνική επιβίωσή τους στην αταλάντευτη υποστήριξη της πολιτικής των διαδοχικών δανειακών συμβάσεων. Η παρέμβαση ήταν υπερβολικά διστακτική, θα μπορούσε άνετα να τη χαρακτηρίσει κανένας δειλή, ώστε να μπορέσει να υπερνικήσει τις πολιτικές αδράνειες και να προκαλέσει ένα δημιουργικό σοκ.
Η επιμελής αποφυγή της συσχέτισης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων με το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου και του ισοζυγίου πληρωμών στον δημόσιο λόγο τόσο των ελλήνων ιθυνόντων όσο και των ευρωπαίων ομολόγων τους είναι εύκολο να γίνει κατανοητή.
Η επέκταση του ελληνικού κεφαλαίου στα Βαλκάνια: επιτυχία ή αδυναμία;
Για τους Έλληνες, μια εμβάθυνση σε αυτό το ζήτημα, δηλαδή στις δομές της παραγωγής, της κατανάλωσης και του πιστωτικού συστήματος θα έφερνε στην επιφάνεια χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνικής διάρθρωσης και των πολιτικών ισορροπιών που βρίσκονται εκτός κριτικής, καθώς θεωρούνται οι πυλώνες του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. Θα έδειχνε ότι οι αιτίες της τελικής αποτυχίας του ελληνικού οικονομικού συστήματος στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας βρίσκονταν ακριβώς σε ό,τι επί δεκαετίες παρουσιαζόταν ως επιτυχία.
Μια από τις θεωρούμενες επιτυχίες είναι η διείσδυση του ελληνικού κεφαλαίου στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη. Μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων μεταποίησης έκλεισαν, στη Βόρεια κυρίως Ελλάδα, και μετεγκαταστάθηκαν στην άλλη πλευρά των συνόρων. Δεν έγινε όμως καμία προσπάθεια να αποτιμηθούν οι αρνητικές επιπτώσεις της μεταφοράς των επιχειρήσεων όχι μόνο στην απασχόληση, αλλά και στη συνολική οικονομική δραστηριότητα στις περιοχές που εγκαταλείπουν οι επιχειρήσεις και κατ’ επέκταση στα φορολογικά έσοδα.
Η μετεγκατάσταση συνοδεύθηκε και υποστηρίχθηκε από την επέκταση του δικτύου των ελληνικών τραπεζών στα Βαλκάνια, και σε ορισμένες περιπτώσεις και πέρα από αυτά. Σε πολλές από αυτές τις χώρες, οι ελληνικές τράπεζες κατέχουν το μεγαλύτερο μερίδιο της τραπεζικής αγοράς. Ούτε εδώ υπήρξε προσπάθεια να αποτιμηθούν οι επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία. Για παράδειγμα, κατά πόσον οι εσωτερικοί πόροι που μεταφέρθηκαν στο εξωτερικό μείωσαν τις ευκαιρίες ή κατέστησαν ακριβότερη τη χρηματοδότηση της εγχώριας παραγωγής και των υπηρεσιών και απότρεψαν την αναβάθμισή τους. Ούτε έχει ερευνηθεί η χρήση από τις ελληνικές τράπεζες των τίτλων του ελληνικού δημόσιου χρέους σε ευρώ ως ασφαλειών για τη χρηματοδότηση της επέκτασής τους εκτός των συνόρων, και κατά συνέπεια δεν έχει υπάρξει προβληματισμός πάνω σε ένα πρόσθετο κίνητρο που είχαν οι ελληνικές τράπεζες για την αύξηση του δημόσιου δανεισμού.
Η επέκταση του ελληνικού κεφαλαίου στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη αντιμετωπίσθηκε στην Ελλάδα, και καμιά φορά και εκτός αυτής, με θριαμβολογίες σαν δείγμα ισχύος του ελληνικού καπιταλισμού, ενώ στην πραγματικότητα ήταν απόρροια των αδυναμιών της αναπαραγωγής της ελληνικής οικονομίας. Αλλά και άλλες θεωρούμενες επιτυχίες ή «ατού» της ελληνικής οικονομίας δεν έχουν υποστεί κριτική ανάλυση. Δεν έχει εκτιμηθεί η σύνδεση του τουρισμού με την εγχώρια παραγωγή, και έτσι δεν έχει υπολογισθεί το καθαρό αποτέλεσμα των ακαθάριστων τουριστικών εισπράξεων –οι μόνες που μετρώνται– πάνω στη συνολική εγχώρια κατανάλωση, τις εισαγωγές και το ισοζύγιο πληρωμών. Το ίδιο ισχύει για το λεγόμενο ναυτιλιακό συνάλλαγμα. Αντίθετα, η κοινή γνώμη τροφοδοτείται με καθησυχαστικά στερεότυπα για τη «βαριά βιομηχανία» του τουρισμού και θριαμβολογίες για τις πρωτιές των ελλήνων εφοπλιστών. Φυσικά ούτε λέξη για τις αδυναμίες στην κεφαλαιακή διάρθρωση των τουριστικών επιχειρήσεων, που οδηγούν όλο και περισσότερες σε ξένα χέρια.
Ο «ήχος του χρήματος» και η υποχώρηση του οικονομικού λογισμού
Δεν αποτελεί υπερβολή να υποστηρίξουμε ότι υπήρξε μια ουσιαστική υποχώρηση του οικονομικού λογισμού στην Ελλάδα σε μια περίοδο στην οποία πολλαπλασιάσθηκε ο αριθμός των οικονομικών εφημερίδων και των εκπομπών στα ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις, και γενικότερα ο λόγος περί της οικονομίας, ο «ήχος του χρήματος», όπως τιτλοφορείτο μια ραδιοφωνική εκπομπή της ΝΕΤ, ήταν καθημερινά πανταχού παρών στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και την πολιτική. Φορείς του, τα στελέχη των αμέτρητων νέων εταιρειών συμβούλων και χρηματιστηριακών γραφείων, οι οικονομολογίζοντες δημοσιογράφοι, το προσωπικό των τμημάτων οικονομικών, μάρκετινγκ κλπ. που ιδρύθηκαν σε όλα σχεδόν τα ελληνικά πανεπιστήμια και οι νεοαφιχθέντες από το εξωτερικό κάτοχοι μεταπτυχιακών τίτλων και διδακτορικών σε διάφορους κλάδους των οικονομικών και, τέλος, οι πολιτικοί που προσπαθούσαν να αντλήσουν πολιτικά οφέλη από τις μεταβολές της οικονομικής συγκυρίας που δεν έλεγχαν και συχνά ούτε κατανοούσαν. Σ’ αυτό το κλίμα, σχεδόν κανένας δεν ενδιαφερόταν πλέον για το πάγιο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου, του οποίου η χρηματοδότηση φαινόταν εξασφαλισμένη χάρη στο ευρώ.

Έργο του Τζωρτζ Γκρος
Οι αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι ισχυρές οικονομικά χώρες δεν έχουν επίσης κανένα ενδιαφέρον να εμβαθύνουν στη σχέση ελληνικού δημόσιου χρέους και εμπορικού ελλείμματος. Και, πέρα από την ελληνική περίπτωση, δεν επιθυμούν να διακινδυνέψουν να αποκαλυφθεί η εγγενής ροπή της Ε.Ε. προς τη διεύρυνση των ανισοτήτων ανάμεσα στα μέλη της. «Όταν δημιουργείς έναν κοινό νομισματικό χώρο, τότε επικρατεί η ισχυρότερη οικονομία», παραδέχεται εκ των υστέρων ο Γκ. Σρέντερ με αφορμή τις γαλλογερμανικές σχέσεις (Der Spiegel, 5.9.2011).
Οι ευρωπαίοι ιθύνοντες δεν μπορούν να ομολογήσουν δημόσια την πλήρη αποτυχία των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών πολιτικών, να αντιστρέψουν αυτή τη δυναμική και να εξισώσουν της οικονομικές συνθήκες ανάμεσα στα διάφορα κράτη-μέλη. Ο παλαιότερος στόχος της σύγκλισης του επιπέδου διαβίωσης σε όλη την Ένωση εγκαταλείφθηκε σιωπηρά, και ο υποβιβασμός του βιοτικού επιπέδου στις χώρες που «ζουν πάνω από τις δυνατότητές τους» θεωρείται όχι μόνο αναπόφευκτος, αλλά και επιθυμητός. Είναι χαρακτηριστικό ότι και εδώ η γερμανική έκφραση “ζουν πάνω από τις δυνατότητές τους” αναφέρεται στο εμπορικό ισοζύγιο ως πηγή των οικονομικών ανισορροπιών. Στις δημόσιες συζητήσεις στα διεθνή φόρα η ευρωπαϊκή αυτή πολιτική και οι γερμανοί εμπνευστές της κατηγορούνται ότι διακινδυνεύουν να βυθίσουν όλη την Ευρώπη σε μια μακρόχρονη ύφεση.
Η επάνοδος ενός επιθετικού και στριγκού γερμανικού εθνικισμού
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι γιατί οι κυβερνώντες στη Γερμανία αψηφούν το ενδεχόμενο μιας γενικευμένης ύφεσης στην Ευρώπη από την οποία μπορεί να πληγεί και η γερμανική οικονομία. Η απάντηση δεν πρέπει να υποτιμήσει το βάρος του εσωτερικού πολιτικού κλίματος στις αποφάσεις των ιθυνόντων. Η Γερμανία δεν αποτελεί εξαίρεση στη γενικότερη τάση ανόδου των συντηρητικών απόψεων και πολιτικών δυνάμεων, σε όλη την Ευρώπη. Το ιδιαίτερο στοιχείο στη Γερμανία είναι ότι, για πρώτη φορά μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι εθνικιστικές αντιδράσεις βγαίνουν τόσο απροκάλυπτα στην επιφάνεια. Εθνικιστικά στερεότυπα και προκαταλήψεις που άλλοτε εκφράζονταν ελεύθερα μόνο μέσα στη νοτισμένη με καπνό και οινόπνευμα ατμόσφαιρα των καπηλειών στα χωριά και τις μικρές πόλεις της Γερμανίας, τώρα απλώνονται στους τίτλους των εφημερίδων και πολλαπλασιάζονται στις δημόσιες παρεμβάσεις των πολιτικών.
Ο γερμανικός εθνικισμός, που την εποχή του Μουντιάλ του 2006 και του διαγωνισμού της Γιουροβίζιον, πριν από δύο χρόνια, εμφανίσθηκε σε μια ατμόσφαιρα γιορτής, σήμερα έχει γίνει πιο στριγκός και επιθετικός. Οι Έλληνες έχουν την τιμητική τους σε αυτές τις εκδηλώσεις, αλλά δεν μένουν άθικτοι και άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί. Δεν εννοώ τα μικρά, ολοένα και συχνότερα επεισόδια εθνικιστικών ύβρεων στην καθημερινή ζωή που δέχονται οι Έλληνες στη Γερμανία, αλλά τα δημοσιεύματα του σοβαρού Τύπου. Εάν πριν από δύο χρόνια η ελληνική κοινή γνώμη είχε σοκαριστεί με το εξώφυλλο του περιοδικού Focus, έντυπο το οποίο ούτως ή άλλως επιδιώκει τον εύκολο εντυπωσιασμό, σήμερα αντίστοιχες γελοιογραφίες για τους διεφθαρμένους και τεμπέληδες Έλληνες δημοσιεύονται καθημερινά στις σοβαρές γερμανικές εφημερίδες, χωρίς να συγκινούν πλέον κανέναν.
Εξαιρετικά χαρακτηριστικό του παραδοσιακού γερμανικού «χιούμορ» και του αναγεννημένου γερμανικού εθνικισμού είναι το σχόλιο στην πρώτη σελίδα της Frankfurter Allgemeine Zeitung (27.1.2012): «Οι άνθρωποι και πάνω από όλους οι Έλληνες και οι Αμερικάνοι είναι παράξενα όντα, προ πάντων όταν κατέχονται από πάθη τα οποία, για να το εκφράσουμε επιεικώς, είναι διασκεδαστικά. Το αντίστοιχο με τη διασκέδαση των Ελλήνων να εκνευρίζουν τους Κεντροευρωπαίους είναι για τους Αμερικάνους τα σχέδια, όπως αυτό του Ρεμπουπλικάνου Γκίνγκριχ να μετατρέψει τη Σελήνη στην 51η πολιτεία των ΗΠΑ. Αλλά ακόμα και αν όλοι οι Αμερικάνοι (και οι Έλληνες) ξαλαφρώνοντας τον κόσμο που ασθμαίνει κάτω από το βάρος τους εγκαθίσταντο εκεί…». Το «χιουμοριστικό» αυτό σχόλιο είναι χαρακτηριστικό του γερμανικού μείγματος υπεροψίας και ανασφάλειας: η Γερμανία αισθάνεται τόσο ισχυρή, ώστε δυσανασχετεί με την αμερικανική πρωτοκαθεδρία και ταυτόχρονα νιώθει να απειλείται από την ελληνική αταξία.
Η προφανής οικονομική ισχύς είναι ο δεύτερος, μετά τις ιδεολογικοπολιτικές αδράνειες, και κυριότερος λόγος για την εμφανή γερμανική αδιαφορία στο ενδεχόμενο μιας γενικευμένης ύφεσης στην Ευρώπη. Παρά το γεγονός ότι όλο και περισσότερες ευρωπαϊκές οικονομίες γλιστράνε στην ύφεση, οι ρυθμοί μεγέθυνσης της γερμανικής οικονομίας δεν έχουν επηρεαστεί σημαντικά, η ανεργία βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2006. Η εξαιρετική για τα σημερινά ευρωπαϊκά δεδομένα υγεία της γερμανικής οικονομίας οφείλεται σε δύο λόγους.
Ο πρώτος είναι ότι, κατά την περίοδο της «νέας οικονομίας», οι γερμανοί πολιτικοί και επιχειρηματίες αντιστάθηκαν στον λόγο περί «μεταβιομηχανικής εποχής» που ήταν του συρμού στις άλλες δυτικές κοινωνίες και δεν παραμέλησαν τη βιομηχανική βάση της χώρας. Αντίθετα, βελτίωσαν με μαζικές επενδύσεις και νέες τεχνολογίες, που κατά κανόνα δεν αναπτύχθηκαν στη χώρα αλλά εισήχθηκαν, τους παραδοσιακά ισχυρούς τομείς των μηχανοκατασκευών και των διαρκών καταναλωτικών αγαθών. Σήμερα, η γερμανική βιομηχανία συνεισφέρει το 30% του ΑΕΠ της χώρας, ποσοστό-ρεκόρ στην Ευρώπη, όπου ο αντίστοιχος γαλλικός βιομηχανικός τομέας συμβάλλει με μόλις 16% στο ΑΕΠ. Η υψηλή συμμετοχή της βιομηχανίας στη Γερμανία διατηρήθηκε, παρά τις απώλειες του κλάδου των καταναλωτικών αγαθών, όπου η γερμανική μεταποίηση, συνεχίζοντας μια τάση συρρίκνωσης δεκαετιών έχει περιορισθεί σε λίγες σχετικά επιχειρήσεις που παράγουν ανώτερης ποιότητας προϊόντα για υψηλές εισοδηματικές κατηγορίες. Χάρη στο μεγάλο βάρος του κλάδου παραγωγής μέσων παραγωγής, ακόμα και η μεταφορά παραγωγικών μονάδων στο εξωτερικό επιδρά θετικά στην εγχώρια απασχόληση.
Η επανένωση των δύο Γερμανιών
Ο δεύτερος λόγος ισχύος της γερμανικής οικονομίας, αλλά ταυτόχρονα και η κρυφή αδυναμία της που θα μπορούσε να την υπονομεύσει στο μέλλον είναι ο τρόπος με τον οποίο η οικονομία και το πολιτικό σύστημα της Δυτικής Γερμανίας διαχειρίστηκε την επανένωση των δύο Γερμανιών. Η αναδρομή σε αυτήν τη γερμανική υπόθεση έχει γενικότερο ενδιαφέρον, γιατί αποκαλύπτει τον τρόπο σκέψης των γερμανών ιθυνόντων, οι οποίοι προσπαθούν να εφαρμόσουν την ίδια συνταγή και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Στην Ελλάδα, σε παλαιότερες φάσεις αισιοδοξίας και αφέλειας ως προς την εφαρμογή του Μνημονίου αναφέρθηκε το γερμανικό παράδειγμα, προκειμένου να εφαρμοσθεί στις ιδιωτικοποιήσεις ή στην «αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας».
Η ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας ξεκίνησε αμέσως μετά την πτώση του τείχους. Η πρώτη φάση αφορούσε την εκκαθάριση του υλικού και ανθρώπινου παραγωγικού δυναμικού της Ανατολικής Γερμανίας ολοκληρώθηκε μέσα στην πρώτη φάση της οικονομικής ενοποίησης μετά την πολιτική επανένωση των δύο Γερμανιών το 1991.   Η πρώτη αυτή φάση αφορούσε την εκκαθάριση του υλικού και ανθρώπινου παραγωγικού δυναμικού της Ανατολικής Γερμανίας και  ολοκληρώθηκε  ουσιαστικά μέχρι το 1993. Η δεύτερη φάση εκτυλίχθηκε μετά το 2005 και αφορούσε τη μείωση του δημοσιονομικού κόστους που συνεπαγόταν η επούλωση των κοινωνικών πληγών τις οποίες είχε ανοίξει η επανένωση.
Ο τρόπος με τον οποίο συγχωνεύθηκαν μετά το 1989 οι οικονομίες των δύο Γερμανιών καθορίσθηκε από δύο στοιχεία. Το πρώτο ήταν ο καθορισμός της ισοτιμίας δυτικογερμανικού προς ανατολικό μάρκο στο 1:2 και όσον αφορά τους μισθούς στο 1:1, ενώ μέχρι τότε η ισοτιμία στην ελεύθερη αγορά ήταν στην καλύτερη περίπτωση 1:3. Ο δεύτερος, η κινητοποίηση ενός ισοπεδωτικού προπαγανδιστικού μηχανισμού, ο οποίος διακήρυξε ως αναμφισβήτητη αλήθεια την πλήρη αποτυχία του κοινωνικού συστήματος της Ανατολικής Γερμανίας, ενώ ταυτόχρονα ενοχοποίησε μαζικά τους Ανατολικογερμανούς όχι γιατί τυχόν το υποστήριξαν ή το ανέχθηκαν, αλλά για το γεγονός και μόνο ότι έζησαν κάτω από αυτό. Σε συνδυασμό με μεμονωμένες τρομοκρατικές ενέργειες που ξύπνησαν τα τυπικά γερμανικά αντανακλαστικά πειθάρχησης στην κρατική εξουσία, αδιάφορο ποια είναι αυτή, παρέλυσε η διάθεση για αντίσταση στις αλλαγές και εξωθήθηκαν στο περιθώριο του πολιτικού συστήματος οι συμπαγείς, σε περιφερειακό επίπεδο, μειοψηφίες (25-30% του εκλογικού σώματος) που αντέδρασαν πολιτικά σε αυτές.
Η ισοτιμία 1:1 για τα μικροποσά μερικών χιλιάδων μάρκων και τους μισθούς ικανοποίησε την ομόθυμη απαίτηση των πολιτών της τέως Ανατολικής Γερμανίας, που ήθελαν να επωφεληθούν από τις καταναλωτικές δυνατότητες της αγοράς της Δυτικής Γερμανίας, στην οποία είχαν επιτέλους ελεύθερη πρόσβαση. Η μαζική στροφή προς τα δυτικά προϊόντα εκμηδένισε διαμιάς τη ζήτηση για τα περισσότερα καταναλωτικά προϊόντα που παράγονταν στην Ανατολική Γερμανία ήδη πριν ολοκληρωθεί η πολιτική ένωση των δύο Γερμανιών. Το αυτοκίνητο Trabant, που μέσα σε λίγες ώρες μετατράπηκε από δημοφιλές καταναλωτικό αγαθό σε μουσειακό είδος συμπυκνώνει αυτήν τη ριζική αλλαγή. Ταυτόχρονα, η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και ολόκληρου του ανατολικού μπλοκ εκμηδένισε τη ζήτηση για τα κεφαλαιουχικά αγαθά που προμήθευαν εκεί οι ανατολικογερμανικές επιχειρήσεις.
Η βιομηχανία είχε περιορισμένες δυνατότητες να αντιδράσει με το όπλο των τιμών στην απώλεια των αγορών της, καθώς τα στοιχεία του κόστους της, με πρώτους τους μισθούς, αποτιμούνταν και αυτά με το νέο νόμισμα. Η αποκρατικοποίηση του παραγωγικού δυναμικού, που θα πραγματοποιούνταν ούτως η άλλως κάποτε, μετά την αλλαγή του πολιτικού καθεστώτος έγινε γρήγορα επιτακτική οικονομική ανάγκη. Ταυτόχρονα, το σύνολο σχεδόν των μέσων μαζικής ενημέρωσης παρουσίαζε τις ιδιωτικοποιήσεις σαν συνώνυμο της πολιτικής ελευθερίας.
Τον Μάρτιο του 1990 ιδρύθηκε η «Αρχή για την καταπιστευτική διαχείριση της «λαϊκής» (κρατικής) ιδιοκτησίας» στην οποία μεταβιβάσθηκε όλη η κρατική περιουσία, με σκοπό τη διαφύλαξή της. Με την επιτάχυνση των πολιτικών εξελίξεων και την προϊούσα αποσύνθεση της παραγωγικής μηχανής της Ανατολικής Γερμανίας, τον Ιούνιο του ίδιου έτους ψηφίζεται ένας νέος νόμος που έφερε ως ημερομηνία 17 Ιούνη (συμβολική αναφορά στην εξέγερση των εργατών στο Ανατολικό Βερολίνο στις 17 Ιούνη 1953), ο οποίος όρισε πλέον ως σκοπό της αρχής, που έμεινε γνωστή ως η Treuhand (το καταπίστευμα), «την ιδιωτικοποίηση και αναδιοργάνωση» της λαϊκής ιδιοκτησίας. Η περιουσία αυτή περιλάμβανε πάνω από 8.500 κρατικές επιχειρήσεις με 4 εκατομμύρια εργαζόμενους ως προσωπικό, εκατομμύρια στρέμματα αγροτικής γης και δασών, την περιουσία των υπουργείων και του στρατού, μαζικών οργανώσεων και των πολιτικών κομμάτων.
Οι δύο επιμέρους στόχοι του νέου νόμου για την Treuhand («αναδιοργάνωση και ιδιωτικοποίηση») αποδείχθηκαν, κάτω από τις κρατούσες οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, ασύμβατοι. Την οδυνηρή αυτή διαπίστωση έκανε ο επικεφαλής της αρχής Detlev Karsten Rohwedder, ο οποίος είχε σημαντική εμπειρία διοίκησης στο δημόσιο, αλλά και στον ιδιωτικό τομέα της Δυτικής Γερμανίας. Οι προσπάθειές του να εξυγιάνει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό επιχειρήσεων πριν τις ιδιωτικοποιήσει και να διατηρήσει έτσι σημαντικό μέρος του προσωπικού τους τον έφερε σε σύγκρουση με την κυβέρνηση, που ήθελε να περιορίσει το γρηγορότερο δυνατόν το κόστος της διατήρησης ανατολικογερμανικών επιχειρήσεων, και με τους επιχειρηματικούς κύκλους της Δυτικής Γερμανίας που είχαν την πλειοψηφία στο διοικητικό των συμβούλιο της Treuhand και ζητούσαν την άμεση ιδιωτικοποίηση. Προς την ίδια κατεύθυνση πίεζαν και οι δυτικοί σύμμαχοι της Γερμανίας. Η πλάστιγγα έγειρε οριστικά προς αυτήν την πλευρά μετά τη δολοφονία την 1η Απριλίου 1991 του Ρόβεντερ από δράστες που παραμένουν ακόμα άγνωστοι — η ενέργεια αποδόθηκε χωρίς αποδείξεις στη RAF.

Σήμα για τη «Φλόριντα» της Ευρώπης




Σήμα για τη «Φλόριντα» της Ευρώπης

Νέο ξεκίνημα στο πολύχρονο αίτημα της αγοράς για την κατασκευή εκατοντάδων χιλιάδων εξοχικών κατοικιών που θα αγορα-στούν από ξένους επενδυτές, αποτελεί η προκήρυξη διεθνούς διαγωνισμού για την πρόσληψη συμβούλου στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδωτικής Περιουσίας του Δημοσίου. Το ΤΑΙΠΕΔ επιχειρεί για ακόμη μια φορά να βάλει τις βάσεις για την ανάπτυξη σύνθετων τουρι-στικών καταλυμάτων, αυτήν τη φορά με τα ανεκμετάλλευτα δημόσια ακίνητα να

Εδώ και πολλά χρόνια ακούμε τους επίσημους φορείς για σχέδια που μπορούν να μετατρέψουν την Ελλάδα σε «Φλόριντα της Ευρώπης». Ωστόσο, μέχρι σήμερα απολύτως τίποτε δεν έχει γίνει, τα σχέδια μένουν στα συρτάρια και η ελληνική οικονομία χάνει τεράστια έσοδα από την κατασκευή και πώληση εξοχικών κατοικιών σε ξένους. Αν και το ενδιαφέρον Βορειοευρωπαίων, Αμερικανών, Ρώσων και Αράβων για την απόκτηση παραθεριστικής κατοικίας στην Ελλάδα είναι δεδομένο και εκδηλωμένο εδώ και πολλά χρόνια, η επίσημη πολιτεία δεν έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα ευνοϊκό καθεστώς που θα φέρει μεγάλες επενδύσεις και θα βοηθήσει την ελληνική οικονομία. Κάποιοι, μάλιστα, λένε ότι η αγορά της εξοχικής κατοικίας μπορεί να είναι το «γιατρικό» για όλα τα προβλήματα της χώρας. Για το λόγο αυτό το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδωτικής Περιουσίας του Δημοσίου, προχώρησε στην προκήρυξη διεθνούς διαγωνισμού για την πρόσληψη συμβούλου που θα παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες και θα ετοιμάσει μελέτη για την παραθεριστική κατοικία στην Ελλάδα.
Εκτάσεις

Ανοιχτό Πανεπιστήμιο Δήμου Θεσσαλονίκης - Εαρινή Περίοδος 2011 - 2012

Ανοιχτό Πανεπιστήμιο Δήμου Θεσσαλονίκης - Εαρινή Περίοδος 2011 - 2012

Η Deutsche Bank παραπλάνησε και εξαπάτησε





Η Deutsche Bank, όπως η Goldman Sachs και άλλες, κατηγορούνται ότι κατά τη διάρκεια της στεγαστικής φούσκας παραπλάνησαν τους επενδυτές με τις τιτλοποιήσεις ενυπόθηκων δανείων. Μεταξύ άλλων, αγωγές έχουν καταθέσει το συνταξιοδοτικό ταμείο των εκπαιδευτικών, το συνδικάτο των σιδηροδρομικών υπαλλήλων, η συνεταιριστική τράπεζα του Σαν Φραντσίσκο και άλλοι. Στις έρευνες συμμετέχουν πολλές εισαγγελίες των ΗΠΑ. Και τα κατηγορητήρια έχουν όλα την ίδια επωδό: Η Deutsche Bank παραπλάνησε και εξαπάτησε.
Η γερμανική τράπεζα διαχειρίζεται καταπιστευτικά περίπου ένα εκατομμύριο κατοικίες. Πολλές από αυτές ήδη έχουν βγει στο σφυρί. Υπάρχουν ολόκληρες γειτονίες με άδεια σπίτια, εγκαταλελειμμένα. Οι δήμοι και οι ιδιοκτήτες τους προσπαθούν να βρουν το δίκιο τους καταθέτοντας αγωγές εναντίον των τραπεζών και μεταξύ αυτών της Deutsche Bank. Και όπως παρατηρεί ο καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο New York University, Λόρενς Γουάιτ:

Επανασύσταση σχέσεων κοινωνίας


Χρ. Γιανναράς

Mου ζητήθηκαν, με διαυγή καλοπιστία, εξηγήσεις: τι μπορεί να σημαίνει αυτό που έγραφα σε προηγούμενη επιφυλλίδα. Πως αν το πρώτο ζητούμενο σήμερα είναι να ξαναπιστέψει ο Eλληνας στον εαυτόν του, δηλαδή στη δυναμική της ελληνικής συλλογικότητας, τότε χρειαζόμαστε πρωτίστως όχι ιδιοφυή πρωθυπουργό, αλλά αυθεντικό αρχιεπίσκοπο. Eγραφα συγκεκριμένα:
«Aν το πρώτο είναι να ξαναβρεί η ελληνική κοινωνία εφαλτήριο για καινούργιο πατριωτικό άλμα, τότε χρειαζόμαστε εκκλησιαστικό μπροστάρη ανιχνευτή. Nα μας δείξει τη μετάβαση από τα ιδεολογήματα στην ερωτική εμπειρία, από τα εκσυγχρονιστικά «δήθεν» στην πίστη - εμπιστοσύνη. Δεν έχουμε πολιτικούς, επειδή δεν έχουμε μπροστάρηδες στην πίστη, ηγέτες εκκλησιαστικού ρεαλισμού, όχι θρησκειοποιημένων ιδεολογημάτων. Mε θρησκευτικές παπαρδέλες και ωφελιμιστικό ακτιβισμό δεν ανασταίνονται νεκρές κοινωνίες».
Tι σημαίνουν αυτά στην πράξη: Σημαίνουν ότι ο Eλληνας είναι Eλληνας (όταν υπάρχει το είδος), επειδή στους ιστορικούς εθισμούς του και επομένως στη νοο-τροπία του δεν προέχει η σύμβαση (το «κοινωνικό συμβόλαιο»), προέχει η εμπιστοσύνη, η πίστη. Kαι η πίστη - εμπιστοσύνη προϋποθέτει προσωπικές σχέσεις, κοινωνία σχέσεων. Δηλαδή προϋποθέτει την «πόλιν» ή τη μικρή κοινότητα, τον «έπαινο του δήμου, τα δύσκολα και τ’ ανεκτίμητα εύγε». Oχι το απρόσωπο κράτος και τον φόβο του χωροφύλακα ή του μπαμπούλα «Θεού».
H Eλλάδα σήμερα είναι νεκρή, δίχως αντανακλαστικά ετερότητας, διότι είναι μόνο κράτος με

Οι Ορυκτοί Πόροι της Ελλάδος και η αποπληρωμή του χρέους!






 Η Ελλάδα, σε σχέση με πολλές άλλες χώρες ανάλογης έκτασης, θεωρείται πολύ προνομιούχα για τον ορυκτό πλούτο που διαθέτει. Μεγάλη ποικιλία, κυρίως βιομηχανικών και μεταλλικών ορυκτών, αλλά και ενεργειακών ορυκτών πρώτων υλών όπως οι λι­γνί­τες, βρίσκονται στο υπέδαφός της. Η Ελλάδα συνεχίζει να διατηρεί πρώτες θέσεις παγκοσμίως στην παραγωγή και στις εξαγωγές του μαγνησίτη, μπεντονίτη, περλίτη, κίσσηρης και χουντίτη. Επενδύσεις σε εξοπλισμό υψηλής παραγωγικότητας και χαμηλής κατανάλωσης ενέργειας για την παραγωγή προϊόντων υψηλής αξίας με καλύτερες ιδιότητες, θεωρούνται προαπαιτούμενα για μεγαλύτερη ανάπτυξη των εξορυκτικών επιχειρήσεων στο μέλλον.

ΤΟΝ ΘΥΜΑΣΤΕ; ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ


ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΛΟΥΡΙΑΝΟΣ


Τώρα βγαίνουν και οι ίδιοι και τα παραδέχονται.

Δυστυχώς οι περισσότεροι είναι ακόμη αμετανόητοι...

Ανοιξη του 1962. Ο Ανδρέας Παπανδρέου επισκέπτεται την Κορώνη της Μεσσηνίας
και µένει στο....
πατρικό σπίτι του φίλου του Δηµήτρη Κουλουριάνου.
Είκοσι χρόνια αργότερα (1982) αναθέτει ως Πρωθυπουργός στον παλιό του φίλο
(έγκριτο πια οικονοµολόγο και στέλεχος της Παγκόσµιας Τράπεζας) το υπουργείο Οικονοµικών.
Η θητεία του Κουλουριάνου ήταν σύντοµη (13 µήνες),
γεµάτη από «όχι» σε παροχές που θεωρούσε ότι οδηγούσαν σε νέο δανεισµό.
Την περασµένη Τετάρτη «Το Βήµα» τον συνάντησε στο κτήµα του στην Κορώνη.
Αγρότης πλέον και οινοπαραγωγός στα 81 του χρόνια, αποκάλυψε άγνωστες λεπτοµέρειες για
τη γέννηση της «χιονοστιβάδας του χρέους» και µίλησε για το «καθαρτήριο» που θα οδηγήσει στην επόµενη ηµέρα.

Αλλιώς φανταζόταν τη δεκαετία του 1980 ο Δηµήτρης Κουλουριάνος.

Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2012

Όχι στην εθνική κατάθλιψη

Κωνσταντίνος Χολέβας-Πολιτικός Επιστήμων 

Γύρω μας βλέπουμε πρόσωπα σκυθρωπά. Το άγχος καταλαμβάνει τους Έλληνες και είναι έκδηλη η αγωνία για το μέλλον. Οι δημοσκοπήσεις και οι έρευνες των ειδικών Ινστιτούτων καταγράφουν μία εντεινόμενη και διευρυνόμενη τάση εθνικής κατάθλιψης. Στο μετρό ακούω συνεχώς και περισσότερους ανθρώπους να παραμιλούν. Στους δρόμους βλέπουμε εκατοντάδες ανθρώπους να ψάχνουν φαγητό στους κάδους απορριμμάτων. Ο καθένας μας ερωτά τον άλλο τί ξέρει, τι ακούει, τί προβλέπει για τα οικονομικά προβλήματα. Σύγχυση επικρατεί σε όσους ακούν και διαβάζουν τα ΜΜΕ. Κάθε αναλυτής έχει τη δική του γραμμή και άποψη που διαφωνεί με τις απόψεις και προβλέψεις των άλλων. Εικόνες και καταστάσεις ασυνήθιστες ειδικά για όσους γεννήθηκαν μετά το 1950 και έζησαν σε περιόδους σχετικής ανάπτυξης και ευμάρειας. 

Πιστεύω ακράδαντα ότι το στοίχημα του τόπου και του λαού μας θα κερδηθεί πρώτα στον ψυχολογικό τομέα. Αν αφήσουμε την απαισιοδοξία να μας καταλάβει δεν θα μπορέσουμε να δούμε ψύχραιμα το μέλλον. Η αρχή πρέπει να γίνει από τους πολιτικούς. Να εξηγήσουν ξεκάθαρα στο λαό τί συμφωνίες υπογράφουμε, τι υποχρεώσεις αναλαμβάνουμε, γιατί είναι απαραίτητο να γίνουν όλα αυτά. Να απαντηθούν τα ερωτήματα των πολιτών που αγωνιούν αν θα επιστρέψουμε στη δραχμή και αν θα χαθούν οι οικονομίες τους, τις οποίες με κόπο μάζεψαν. Λαός που πιστεύει ότι είναι παραπληροφορημένος, ανενημέρωτος και ότι σκοπίμως τον κρατούν στο σκοτάδι δεν έχει τη διάθεση για θυσίες και για επίδειξη κατανόησης. 

Reuters: «Με τέτοιους μισθούς πώς περιμένουν ανάπτυξη;»



Το νέο ευρωπαϊκό σχέδιο διάσωσης της Ελλάδας δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια παράταση χρόνου προκειμένου να δημιουργηθεί ένα τείχος για να αντέξει την πτώχευση και τις συνέπειές της στην ευρωζώνη, εκτιμά σε δημοσίευμά του το πρακτορείο Reuters.

Η ανάλυση ξεκινά με τη διαπίστωση ότι «η Ελλάδα είναι και επισήμως υπό την επιτήρηση της διεθνούς κοινότητας» καθώς, όπως σημειώνεται, η συμφωνία επικυρώνει ότι «ακόμα κι αν όλα εξελιχθούν βάσει σχεδίου, (η Ελλάδα) δεν θα είναι οικονομικά ανεξάρτητη για πάρα πολλά χρόνια ακόμα».
Όμως για τον αρθρογράφο Φέλιξ Σάλμον «το πρόβλημα είναι ότι κανένας έλεγχος και κανένας ''ειδικός λογαριασμός'' δεν μπορεί να ανορθώσει την ελληνική οικονομία όταν αυτή επιβαρύνεται με ένα υπερτιμημένο νόμισμα και δεν έχει καμία ικανότητα να εφαρμόσει κανενός είδους πολιτική στήριξης της οικονομίας».
Ο ίδιος εκτιμά ότι

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Μαξ Οτε: "Δε διασώσαμε την Ελλάδα, απλά διασφαλίσαμε ότι θα συνεχίσει υπάκουα να καταβάλει τόκους"



thumb
Ο Γερμανός καθηγητής Οικονομικών, Μαξ Ότε, σε συνέντευξη του στη Γερμανική Ραδιοφωνία (Deutschlandfunk), υποστήριξε πως η απόφαση του Eurogroup πολύ δύσκολα θα αλλάξει την ελληνική πραγματικότητα.
Συγκεκριμένα χαρακτήρισε τη συμφωνία ως «ένα μικρό βήμα στη σωστή κατεύθυνση», αλλά εξακολουθεί να κινείται στην παλαιά δομή. «Εμείς οι βορειοευρωπαίοι της ΕΕ δίνουμε χρήματα, τα οποία εισπράττουν οι τράπεζες. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα συνεχίζει να καταβάλει τους τόκους της, οι Έλληνες αιμορραγούν με μέτρα λιτότητας και οι τράπεζες επιβιώνουν. Επί της αρχής δεν έχει αλλάξει κάτι» σημειώνει ο Μ. Οτε.
«Η Ελλάδα είναι χρεοκοπημένη και θα παραμείνει χρεοκοπημένη και το κούρεμα των 100 δισ., που δεν αποτελούν το 50% του συνολικού ελληνικού κρατικού χρέους, αλλά στην καλύτερη περίπτωση το 25 ή 30%, δεν επαρκεί», τονίζει και συμπληρώνει: «Θα χρειαζόμασταν ένα κούρεμα 200 δισ. επί του συνολικού ελληνικού κρατικού χρέους, που σημαίνει το 60 ή 70% και τότε η Ελλάδα θα είχε μια πιθανότητα να εξέλθει από την κρίση. Έχει βάση το επιχείρημα που θέλει τα μέτρα λιτότητας να πνίγουν την ανάπτυξη».
Ο καθηγητής εκτιμά πως η διάσωση της Ελλάδας είναι «χαμένη υπόθεση», ενώ εξηγεί πως ακόμα και πριν δύο χρόνια «ήταν πολύ αργά».
«Δεν διασώσαμε την Ελλάδα, αλλά εδώ και δύο χρόνια διασφαλίζουμε ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει υπάκουα να καταβάλει τους τόκους της στα μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, χωρίς να έχουμε εφαρμόσει μια μεταρρύθμιση που θα βοηθούσε πραγματικά τη χώρα» υπογραμμίζει.
Ερωτηθείς σχετικά, ο Μαξ Ότε, εκτίμησε πως οι ευρωπαίοι έχουν ποντάρει σε «λάθος άλογο».
«Συνιστά σκληρή πραγματικότητα το γεγονός ότι η Ελλάδα θα έχει πάντα προβλήματα εντός της ευρωζώνης. Ήδη η χώρα υποφέρει και θα πρέπει κανείς να σκεφθεί εναλλακτικούς τρόπους για να κρατήσει τη χώρα στην Ευρώπη και να ισχυροποιήσει την Ε.Ε. και όχι κατ' ανάγκην να επιμένει τόσο δογματικά να κρατήσει στην ευρωζώνη μια χώρα που συμμετέχει στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ με το 2,6%» καταλήγει.

Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012

Πλειστηριασμοί σπιτιών μέσα σε δύο μήνες!

Θέλει ζεστό και γρήγορο χρήμα η Τρόικα


Οχι μόνο «ζεστό» αλλά και γρήγορο χρήμα ζητά η Τρόικα από την κυβέρνηση και αυτή η αξίωση έφερε τα πάνω – κάτω (και) σε υποθέσεις αναγκαστικών εκτελέσεων, δηλαδή πλειστηριασμών. Ήδη, χιλιάδες κάτοχοι επίφοβων ακινήτων χάνουν το πλεονέκτημα του χρόνου (που είχαν μέχρι σήμερα) μέχρι να δουν πως μπορούν να σώσουν το ακίνητό τους. Και αυτό γιατί με νέες ρυθμίσεις, μέσα σε διάστημα δυο μηνών θα έχει κριθεί δικαστικά αν το σπίτι τους μπορεί να παραμείνει στην κατοχή τους ή θα περάσει στο χαρτοφυλάκιο της τράπεζας. 

Γενικότερα, το μνημόνιο (το προηγούμενο αλλά και το νέο) δίνει έμφαση στην απλοποίηση και επιτάχυνση όλων των διαδικασιών που σχετίζονται με κατασχέσεις, διαταγές πληρωμής, εκδίκαση αγωγών και ασφαλιστικών μέτρων, εργατικών διαφορών αλλά και φορολογικών υποθέσεων. 

Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2012

Αυτή η χώρα απλά ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ!



Γράφει η Σοφία Βούλτεψη


Δεν υπάρχει στον κόσμο χώρα (του τρίτου, του τέταρτου, του πέμπτου κόσμου) που να βρίσκεται ή να έχει βρεθεί ποτέ στη θέση της Ελλάδας.

Τελικά δεν είναι ούτε το χρέος, ούτε το έλλειμμα, ούτε τα δάνεια, ούτε οι συμβάσεις, ούτε οι περικοπές, ούτε η φτώχεια, ούτε τα συσσίτια, ούτε τα μεσοπρόθεσμα, οι εφαρμοστικοί, οι Γερμανοί, οι Ολλανδοί, οι Φιλανδοί, οι Αυστριακοί, ο Σόιμπλε και ο Γιάγκερ, ο Ρέσλερ και η Φέκτερ, η Μέρκελ και ο Σαρκοζί, ο Γιούνκερ και ο Ρεν, η Λαγκάρντ και το ΔΝΤ.

Είναι όλοι αυτοί που προκάλεσαν αυτό το γελοίο θέατρο και που το συντηρούν ελπίζοντας ότι στο τέλος του δρόμου θα συναντηθούν με την προσωπική τους διάσωση.

Είναι όλοι αυτοί που αφαίρεσαν από τη χώρα που λέγεται Ελλάς και το τελευταίο ίχνος της αξιοπρέπειάς της.

Είναι όλοι αυτοί που δυο χρόνια τώρα έχουν στήσει έναν ολόκληρο λαό μπροστά στις τηλεοράσεις, να παρακολουθεί το σίριαλ «σκλήρυναν οι Γερμανοί – μαλάκωσαν οι Γερμανοί».

Είναι όλοι αυτοί που κάθε φορά φεύγουν ως «μεγάλοι στρατηλάτες», καλώντας τον λαό να τους συνοδεύσει με τις… προσευχές του, επιστρέφουν ως νικητές επιζητώντας το χειροκρότημα και τις επευφημίες, για να ανακοινώσουν σε λίγο πως πρέπει να ξαναφορέσουν τις μεγάλες στολές και να ξεκινήσουν για την επόμενη εκστρατεία τους.

Στο μεταξύ, προσδιορίζεται κάθε φορά (προπαγανδιστικά) ο εχθρός. Ο πιο εύκολος, είναι οι Γερμανοί.

Μας εκνευρίζουν όλους όσο δεν φαντάζονται (οι Γερμανοί), έχουμε βιώματα, τους βλέπουμε και εξοργιζόμαστε.

Το πιο εξοργιστικό όμως είναι πως κοντεύουν να…

«Καίει» το σχέδιο διάσωσης η απόρρητη έκθεση της Τρόικας


Η Ελλάδα καταστρέφεται βάσει σχεδίου;
 Ψυχρολουσία στην Αθήνα, τις άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και τις αγορές έφερε η απόρρητη έκθεση της Τρόικας που δημοσιεύτηκε χθες στους «Financial Times», αντιστρέφοντας το όποιο κλίμα αισιοδοξίας καλλιεργήθηκε μετά τη συμφωνία του Eurogroup.
Το 9σέλιδο κείμενο των τεχνοκρατών της Ε.Ε., της ΕΚΤ και του ΔΝΤ αφήνει κυριολεκτικά στον αέρα το επώδυνο «σχέδιο διάσωσης» με το Δεύτερο Μνημόνιο, αφού υποστηρίζει ότι η Ελλάδα μπορεί να μη βγει πρακτικά ποτέ (!) στις αγορές και μάλλον θα χρειαστεί και τρίτο δάνειο ύψους 110 δισ. ευρώ, μέσω ενός Μνημονίου 3, που θα …

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

Έτσι διασώζονται οι χρεοκοπημένες οικονομίες: Διεγράφησαν τα χρέη των Ισλανδών!


Οι τράπεζες της Ισλανδίας διέγραψαν δάνεια των νοικοκυριών που αντιστοιχούν στο 13% του ΑΕΠ της χώρας, μειώνοντας το βάρος χρέους για περισσότερο από το ένα τέταρτο του πληθυσμού της, αναφέρει δημοσίευμα του Bloomberg που επικαλείται τα στοιχεία έκθεσης της Ισλανδικής Ένωσης Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών (Icelandic Financial Services Association).

«Μπορείτε να πείτε με βεβαιότητα ότι η Ισλανδία κατέχει το παγκόσμιο ρεκόρ στη διαγραφή χρέους νοικοκυριών. Η χώρα έκανε ό,τι χρειαζόταν σε μία κρίση, ακολουθώντας τα εγχειρίδια. Οποιοσδήποτε οικονομολόγος θα συμφωνούσε», δήλωσε ο Λαρς Κρίστενσεν, επικεφαλής οικονομολόγος αναδυόμενων αγορών στην τράπεζα Danske στην Κοπεγχάγη.

Τα νοικοκυριά του νησιωτικού κράτους βοηθήθηκαν από μία συμφωνία της κυβέρνησης και των τραπεζών, οι οποίες ελέγχονται ακόμη εν μέρει από το κράτος, για τη διαγραφή του χρέους που ξεπερνούσε το 110% της αξίας των κατοικιών.

Επιπλέον, απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου της χώρας θεώρησε παράνομα τα δάνεια που είναι συνδεδεμένα με ξένα νομίσματα, με αποτέλεσμα να μη χρειάζεται πλέον τα νοικοκυριά να καλύπτουν τις απώλειες (από την υποτίμηση) της ισλανδικής κορώνας. Χωρίς τη διαγραφή του χρέους, οι ιδιοκτήτες ακινήτων θα λύγιζαν από το βάρος των δανείων τους μετά την εκτόξευση του χρέους στο 240% των εισοδημάτων το 2008.

Το δημοσίευμα τονίζει ότι αποδεικνύονται αποτελεσματικά τα μέτρα που πήρε η Ισλανδία για να αναγεννηθεί από την κρίση του 2008, όταν οι τράπεζές της προχώρησαν σε χρεοκοπία για το ποσό των 85 δισ. δολαρίων.

Η οικονομία της χώρας θα αναπτυχθεί εφέτος με ρυθμό υψηλότερο από το μέσο όρο των αναπτυγμένων χωρών, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Το κόστος ασφάλισης έναντι ενδεχόμενης χρεοκοπίας της Ισλανδίας είναι περίπου το ίδιο με την προστασία από ενδεχόμενο πιστωτικό γεγονός για το Βέλγιο.

Οι περισσότερες δημοσκοπήσεις δείχνουν τώρα ότι οι Ισλανδοί δεν επιθυμούν νε ενταχθούν στην ΕΕ, όπου η κρίση διαρκεί για τρίτο χρόνο.

Η ισλανδική οικονομία, με ΑΕΠ 13 δισ. δολαρίων, συρρικνώθηκε κατά 6,7% το 2009, αλλά σημείωσε ανάπτυξη 2,9% το 2011 και θα αναπτυχθεί κατά 2,4% φέτος και το 2013, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, ενώ οι χώρες του ΟΟΣΑ προβλέπεται να αναπτυχθούν μόνο κατά 1,6%. Οι τιμές των κατοικιών στη χώρα είναι σήμερα μόνο περίπου 3% χαμηλότερες από τις τιμές που ίσχυαν τον Σεπτέμβριο του 2008, λίγο πριν από την κρίση. Ο οίκος Fitch αναβάθμισε την περασμένη εβδομάδα το αξιόχρεο της Ισλανδίας σε διαβαθμισμένο επίπεδο με σταθερή προοπτική και δήλωσε ότι «ήταν επιτυχημένη η ανορθόδοξη πολιτική της για την αντιμετώπιση της κρίσης».

Η προσέγγιση της Ισλανδίας για την αντιμετώπιση της κατάρρευσης ήταν να θέτει κάθε φορά τις ανάγκες του πληθυσμού της επάνω από εκείνες των αγορών. Μόλις τον Οκτώβριο του 2008 έγινε φανερό ότι οι τράπεζες της χώρας δεν ήταν δυνατό να σωθούν, η κυβέρνηση παρενέβη, θωράκισε τους εγχώριους τραπεζικούς λογαριασμούς και άφησε τους διεθνείς πιστωτές να κλυδωνίζονται.

Η κεντρική τράπεζα εισήγαγε ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων για να σταματήσει το ξεπούλημα της κορώνας και δημιουργήθηκαν νέες κρατικά ελεγχόμενες τράπεζες από τα κατάλοιπα των χρεοκοπημένων τραπεζών.

Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr